διήγημα

διήγημα
Ένα από τα σπουδαιότερα είδη του αφηγηματικού πεζού λόγου, που αντλεί τα θέματά του είτε από την πραγματικότητα είτε από τον κόσμο της φαντασίας. Τα κύρια χαρακτηριστικά του είναι η περιορισμένη του έκταση σε χώρο και χρόνο. Στην Ελλάδα εισηγητής του όρου υπήρξε ο λόγιος Σπυρίδων Βλαντής, που έζησε στη Βενετία. Το 1797 δημοσίευσε εκεί μία επιλογή από το Δεκαήμερο, με τον τίτλο Διηγήματα δύο προς τοις είκοσινΙωάννου Βοκακίου. Πριν από αυτόν, όσοι μετέφρασαν ή έγραψαν κείμενα του είδους αποκαλούσαν το δ. ιστορία. O όρος δ. καθιερώθηκε οριστικά με τη χρησιμοποίησή του από τους συνεργάτες του γνωστού περιοδικού εκείνης της εποχής Ευτέρπη (1847-50).
* * *
το (AM διήγημα) [διηγούμαι]
ό,τι διηγείται ή εξιστορεί κάποιος
νεοελλ.
είδος πεζογραφικής φανταστικής αφήγησης γραμμένης συνήθως με μεγαλύτερη πυκνότητα και ένταση από ό,τι το μυθιστόρημα και η νουβέλλα
αρχ.
φρ. «διήγημα γέγονα» — αφηγούνται προφορικώς ή γραπτώς την περίπτωση μου.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • διήγημα — tale neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διήγημα — το σύντομο λογοτεχνικό είδος πεζού λόγου με πραγματική ή φανταστική υπόθεση …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • διήγημ' — διήγημα , διήγημα tale neut nom/voc/acc sg διήγημαι , διηγέομαι set out in detail perf ind mid 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διηγημάτων — διήγημα tale neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διηγήμασι — διήγημα tale neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διηγήμασιν — διήγημα tale neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διηγήματα — διήγημα tale neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διηγήματι — διήγημα tale neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διηγήματος — διήγημα tale neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”